Μοντέλο | 1974

model

Μοντέλο | Κώστας Σφήκας | 1974

Ο κινηματογράφος του Κώστα Σφήκα είναι η Διαρκής Επανάσταση ενάντια σε κάθε απεικονιστική αυταπάτη, ενάντια σε κάθε βεβαίωση μιας καταδικασμένης τάξης πραγμάτων.

Άξονας περιστροφής της Τριλογίας “ΜΟΝΤΕΛΟ”, “ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ”, “ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ”, είναι η σχέση ανάμεσα στο διαλεκτικό (λογικό) και το ιστορικό.

model

ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ

Το ΜΟΝΤΕΛΟ του Κώστα Σφήκα πλάστηκε όπως o κόσμος του Αυγουστίνου όχι μόνο in tempore αλλά cum tempoτe. Έχει υφανθεί με υφάδι το Χρόνο.

Όπως όλα τα πράγματα του κόσμου, έτσι και τα φιλμς έχουν χρονική διάρκεια.

Το ΜΟΝΤΕΛΟ είναι η ίδια η διάρκεια σε φιλμ.Το γεγονός αυτό έχει συντελεστεί με την πιο άμεση έννοια: αντικείμενο και υποκείμενό του είναι «ο κοινωνικά αναγκαίος» ο μετρούμενος ως ρυθμιστής της ανθρώπινης εργασίας χρόνος, σε συνθήκες εμπορευματικής παραγωγής: ο νόμος της αξίας.

Τον οικονομικό αυτό νόμο κίνησης της σύγχρονης κοινωνίας που ο Μαρξ απεκάλυψε στο Κεφάλαιο, ο Σ. Μ. Αϊζενστάιν ονειρεύτηκε και σχεδίασε να κινηματογραφήσει. Αλλά το φίλμ όμως που πραγματοποιεί τη βίαιη εισβολή του Αϊζενστανικού ονείρου στους καιρούς μας είναι το ΜΟΝΤΕΛΟ και η εισβολή του είναι βίαιη, επειδή συντελείται με την εκ βάθρων ανατροπή των δομών του αναπαραστατικού κινηματογράφου και της φενάκης μιας απεικόνισης του κόσμου «ως έχειν»

Βίαιη, επειδή πρόκειται για την εισβολή ενός ονείρου, εφ΄ όσον με το ΜΟΝΤΕΛΟ το όνειρο του Αϊζενστάιν πραγματοποιείται, έγινε φίλμ, χωρίς να χάσει την ονειρική λειτουργiα του.

Το πόσο πολύτιμη ήταν γι αυτόν, διατρανώνεται στον ενθουσιασμό του όταν παραθέτει τον ορισμό για το όνειρο του De Quincey :

«Όνειρο, μοναδικό μέσο εισβολής απείρου στις κοιλότητες του εγκεφάλου μας που ως συγκεράζεται με την καρδιά, την όραση και την ακοή, είναι το θαυμαστό όργανο, όπου ανταύγειες αιωνιοτήτων προσπίπτουν σ’ αυτήν την Cαmera Οbscurα, το κοιμισμένο πνεύμα (βλ. Αϊζενστάιν Κινηματογράφος και Ζωγραφική).

Ο Σφήκας δεν κάνει διάλεξη περi πολιτικής οικονομίας μέσω του σινεμά. Δεν εικονογραφεί το Κεφάλαιο αλλά μέσα απ’ αυτό ως εν εσόπτρω, βλέπει εντός μας τις ζοφερές ανταύγειες της αλήθειας που έχει αποκρυβεί, επιτρέποντάς μας να δούμε το όνειρο του Αϊζενστάιν «εν εγρηγόρσει».

Ποιά είναι αυτή η κρυμμένη αλήθεια του τρόπου παραγωγής και αναπαραγωγής των όρων της υλικής ζωής στη σύγχρονη κοινωνία;

Η καπιταλιστική παραγωγή, είναι παραγωγή υπεραξiας, ή μ’ άλλα λόγια, και πάλι του Μαρξ (Crundriss, 7o Τετράδιο) κλοπή αλλότριου χρόνου.

Για να πραγματοποιηθεί όμως αυτή η κλοπή από τον Άλλο, επιβάλλεται μια θεμελιακή προϋπόθεση: ν’ αναδειχθεί ο χρόνος εργασίας, ως το μοναδικό μέτρο και μοναδική πηγή του πλούτου, φαινόμενο που προετοίμασε η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και η ρήξη των φυσικών οικονομιών που βασίζονταν στην αξία χρήσης καθιστώντας την ανταλλακτική αξία, αυτή τη μορφή εμφάνισης της αξίας, κυριαρχική.

Μόνο όμως όταν η ανταλλακτική αξiα καθ΄εαυτή και για τον εαυτό της ως χρήμα συναντήσει ιστορικά και αγοράσει το ειδικό εκείνο εμπόρευμα που λέγεται εργατική δύναμη, μεταμορφώνεται σε κεφάλαιο, την έσχατη αυτή ανάπτυξη αξιακής σχέσης παραγωγής, βασισμένης στην αξία.

«Θεωρούμενα ως αξίες, όλα τα εμπορεύματα, δεν αποτελούν παρά μια συγκεκριμένη μάζα στερεοποιημένου χρόνου εργασίας» (βλ. Κεφάλαιο τ.1ος)

Αν και μόνο η ζωντανή εργασία παράγει αξία, η ίδια αυτή ζωντανή εργασία δεν είναι αξία.

Αξία αποτελεί μόνο η νεκρή εργασία, επάνω σ΄ένα προϊόν στερεοποιημένος, ο τετελεσμένος χρόνος, όπου κατά την αποκρυστάλλωσή του με την ενσωματωμένη δαπάνη εργασίας γενικά, εργασίας, αφηρημένης, το είδος, η ποιότητα και ο συγκεκριμένος χαρακτήρας εξαφανίζονται.

Το κεφάλαιο δεν είναι παρά αξία αυτοαξιοποιούμενη, παγωμένος χρόνος που επεκτείνεται αρπάζοντας χρόνο αλλότριο, τον χρόνο εκείνο που από τη ζωντανή εργασία αποξενώνεται και καθίζει επάνω στην ήδη υπάρχουσα νεκρή εργασία σαν τέφρα.

Αν και δεν αποτελεί παρά προϊόν της ζωντανής εργασίας, η νεκρή εργασία, κυριαρχεί επάνω της, σαν μια μυστηριώδης, παντοδύναμη θεότητα.

Σ΄αυτήν την αντιστροφή των πραγματικών σχέσεων υποκειμένου – αντικειμένου της παραγωγής βρίσκεται η υλική ρίζα της αλλοτρίωσης.Υπόσταση της αξίας είναι η αλλοτριωμένη εργασία ή ο αλλοτριωμένος ο χρόνος του Άλλου.

Στο κεφάλαιο του Μαρξ η θεωρία της αξίας και η θεωρία της αλλοτρίωσης συμπίπτουν.

Η αξιακή μορφή του εμπορεύματος ή η εμπορευματική μορφή του προϊόντος της εργασίας το «κύτταρο» αυτό του καπιταλισμού του προσδίδει ένα φετιχιστικό χαρακτήρα, μετατρέποντάς το σε «κοινωνικό ιερογλυφικό» (Κεφάλαιο τ.1ος)

Ο Κώστας Σφήκας μένει πιστός στο Κεφάλαιο δημιουργώντας το ΜΟΝΤΕΛΟ, όπως ο Ιερώνυμος Μπος, έμεινε με τα δικά του μέσα, πιστός στην Αποκάλυψη του Ιωάννη.

Με το ΜΟΝΤΕΛΟ τερματίζονται οι στείρες μεταφυσικές συζητήσεις που συσχέτιζαν εξωτερικά την καλλιτεχνική μορφή με το θέμα – περιεχόμενο.

«Η μορφή είναι ουσιαστική. Η ουσία μορφοποιείται… Αυτό που εμφανίζεται στην περίπτωση αυτή ως δραστηριότητα της Μορφής, είναι εξίσου η ίδια η κίνηση της Ύλης» (Λένιν: Φιλοσοφικά Τετράδια).

Η μορφή ε ί ν α ι περιεχόμενο και το περιεχόμενο ε ί ν α ι μορφή. Άρα, η μορφή δεν είναι μόνο μορφή, είναι και το αντίθετο της. Μα και το περιεχόμενο δεν είναι μόνο περιεχόμενο, είναι και το α ν τ i θ ε τ ό τ ο υ.

Στο ΜΟΝΤΕΛΟ δεν έχουμε απλώς ένδυση ενός θέματος – περιεχομένου, με φιλμικές μορφές που το τυλίγουν σαν πέπλα, εξωτερικά. Έχουμε την απογύμνωση του περιεχομένου. Την αποκάλυψη του ευατού του εντός του εαυτού του, σαν το Άλλο του εαυτού του – σαν φιλμική μορφή.

Το μοναδικό πλάνο του φιλμ γίνεται ο μικρόκοσμος, η κυτταρική μορφή του καπιταλισμού, με τις κινητήριες αντιφάσεις του.

Σαν στοιχεία του πλάνου, ως συστήματος διακρίνουμε δυο αντιθετικά ζεύγη:

α) Η ταχύτατη ροή φευγαλέων μορφών – εργατών στη γέφυρα, μετατρέπεται στην βραδύτατη πορεία ανθρώπινων όντων που έχουν χάσει κάθε ποιοτικό προσδιορισμό και διαβαίνουν δίπλα στο χώρο της παραγωγής σ΄έναν δρόμο δiχως αρχή και τέλος.

β) Τους εργάτες – μανεκέν που δουλεύουν στο εργοστάσιο και προβάλλουν μεσ’ απ’ τις μηχανές – σαρκοφάγους και αντικειμενοποιούνται στο ίδιο το προίόν της εργασίας τους ως η ροή των εμπορευμάτων – κοινωνικών ιερογλυφικών, που κατευθύνονται προς την camera και τον έξω κόσμο της αγοράς, κατακλύζοντας τα πάντα, μαγνητίζοντας τους πάντες με την μνημειακή αίγλη των φετίχ

Η αποκάλυψη του ΜΟΝΤΕΛΟΥ επιτελείται στη σφαίρα της iδιας της καπιταλιστικής παραγωγής, σαν διαδικασία της πραγματοποίησης ανθρώπων και της προσωποποίησης πραγμάτων, μέσω της κυριαρχίας του Νεκρού χρόνου, αρπαγή χρόνου του Άλλου.

Ό,τι κυριαρχεί στο φιλμ γενικά, στο πλάνο συνολικά, καθώς και στο κάθε τμήμα αυτού του όλου, είναι o τετελεσμένος χρόνος μιας εργασίας, απ’ την οποία γίνεται αφαίρεση κάθε ποιοτικού συγκεκριμένου γνωρίσματος.

Μια παγωμένη, αδιαφοροποίητη, ισόμορφη μάζα. Κυριαρχία της νεκρής εργασίας επάνω στη ζωντανή σημαίνει απώλεια του παρόντος , του παρελθόντος και του μέλλοντος. Το παρόν ως παρούσα, ζωντανή εργασία, χάνει τον εαυτό του, αποξενώνεται. Το παρελθόν, η καταγωγή της νεκρής απ’ τη ζωντανή εργασία, χάνεται, σβήνεται, καθώς η κυρίαρχη νεκρή εργασία, αναγορεύεται σε causa sui. Το μέλλον, ως υπέρβαση της κυριαρχίας του τετελεσμένου χρόνου, μέσα στο σύστημα αυτό είναι αδύνατον.

 

μοντελο

Οι αφηρημένες ανθρώπινες φιγούρες που διαβαίνουν στον ατέρμονα δρόμο, δίπλα στον χώρο της παραγωγής, σε μια κατά τον Σφήκα «τελετουργία θανάτου», ζουν στην απώλεια των διαστάσεων του χρόνου. Ο αφηρημένος αυτός χρόνος αποτελεί την αντικειμενική μορφή «είναι» του αλλοτριωμένου κοινωνικού ανθρώπου.

«Ανάπαυση η ζωή του δεν γνωρίζει και καθώς από τα εντός του απουσιάζει οποιοδήποτε περιεχόμενο δεν είναι παρών του εαυτού του μέσα στην ανά πάσα στιγμή, δεν είναι παρών του εαυτού του στον μέλλοντα χρόνο, γιατί το επερχόμενο το έχει ήδη βιώσει, αλλά παρών δεν είναι του εαυτού του ούτε στον παρελθόντα χρόνο, εφ΄όσον το παρελθόν ακόμη δεν έφθασε» (S. Kierkegaard, Είτε-Είτε)

Χρόνος χωρίς παρελθόν. Αυτό είναι το μέτρο της μέγιστης αλλοτρίωσης σε σχέση μ’ όλη την προγενέστερη πορεία της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.

Στις φυσικές οικονομίες επικρατεί η αντίληψη ενός κυκλικού αστρικού χρόνου όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον, εναλλάσσονται, δίνοντας την αίσθηση της αιωνιότητας αλλά με την έννοια του «κακού άπειρου» του Χέγκελ, της αιώνιας επανάληψης των ίδιων ακριβώς γεγονότων, με την περιοδική επανεμφάνιση διαφορετικών φάσεων.

Όταν ο ομφάλιος λώρος που συνδέει την κοινότητα με τη φύση κόπηκε κι αναδύθηκε η πρώτη ταξική κοινωνία με τις αντιφάσεις της, τότε ανακαλύφθηκε η ιδιαιτερότητα του παρελθόντος, η νοσταλγία του, η ανάμνηση του χαμένου παραδείσου κι η αμυδρή, μεσ’ από την ανάμνηση, ελπίδα μιας μελλοντικής επιστροφής σ΄αυτόν.

«Από τον Όμηρο μέχρι τον Πλάτωνα, οι αρχαίοι Έλληνες μπαίνουν στην αιωνιότητα πισωπατώντας με την ανάμνηση»( S. Kierkegaard).

Κατά την κορύφωση και παρακμή του αρχαίου κόσμου, στη Ρώμη, όταν η ελπίδα για το μέλλον έσβηνε στο λυκόφως, ο Οράτιος, αυτή η υψηλή συνείδηση της εσπερίας, ως μόνο στέρεο θεμέλιο για το παρόν, θ΄ανακαλύψει τον αμετάβλητο χαρακτήρα του παρελθόντος, την προς τα πίσω ασάλευτη αιωνιότητα

…..Ille potens sui Κύριος του εαυτού του – εκείνος

Laetusque deget, cui licet in diem ζει ευτυχισμένος που κάθε μέρα

Dixisse:Vixi. Gras vel atra μπορει να πει:έζησα. Τι κι αν αύριο με νέφος

Nube ροlum Pater occupato, ζοφερό ο (Δίας) Πατέρας σκεπάσει τον ουρανό

Vel solo puro; ηοα tamen irritum, είτε με ήλιο καθαρό κι αν αστράψει;

Quodcumwue retro est, eff’iciet~neque Δεν μπορεi να ταράξει αυτό που

Diffinget, ihfectumque redder είναι παρελθόν κι ούτε μπορεί ν’ αλλάξει

Quod fugienς semel hora vexit… ή να καταστρέψει αυτό

Lιber lll, Ode XXIΧ που έφερε η φευγαλέα ώρα……

Εφ΄όσον η «φευγαλέα ώρα» η fugens hora, δεν μπορεί ν΄αλλοιώσει ότι ήδη έχει συμβεί, το παρελθόν αποτελεί ότι μπορεί να οριστεί ως αιώνιο, ως άφθαρτο. Σ΄αυτή την αιωνιότητα ανήκουν όλα τα πνευματικά ανθρώπινα επιτεύγματα, καθώς και οι Οράτιες Ωδές Monumentumaere perenius……Monumentum.

Η χαρά του παρόντος Catpe diem – κράτα τη μέρα – στρέφει τη πλάτη στην ελπίδα του μέλλοντος εναποθέτοντάς την στην αγαλματώδη αιωνιότητα του παρελθόντος. Ο αρχαίος κόσμος είχε εξαντλήσει τις δυνατότητές του. Είχε μετατραπεί ολοκληρωτικά σε εν ενεργεία, παύοντας πλέον να είναι ον εν δυνάμει, ένα αριστοτελικό κινούν ακίνητον, που αντανακλούσε τον εαυτό του μες στη συνείδησή του ως εικόνα ενός μοναδικού και αφηρημένου Θεού.

Μέσ’από τη διάλυση της αρχαίας κοινωνίας προϊόν και παράγοντας της διάλυσής της η ανταλλακτική αξία, η αφηρημένη εργασία κυριάρχησε στην Αυτοκρατορία και βρήκε τη θρησκευτική υποστασιοποίησή της στον αφηρημένο μονοθεϊσμό.

Ο Θεός του Καίσαρα, με τον oπoio ταυτίστηκε o Θεός του εκκοσμικευμένου – κρατικοποιημένου χριστιανισμού, δεν είναι άλλος, από τη θεοποιημένη αφηρημένη εργασία, τη θεοποιημένη ανταλλακτική αξία – χρήμα. Θεός και Μαμμωνάς ενώνονται στο ίδιο υπέρτατο Ον.

Όμως αυτό προϋπόθεσε την εγκατάλειψη της μεσσιανικής αντίληψης του τέλους του χρόνου που επαγγελλόταν ο πρώτος κομμουνιστικός χριστιανισμός. Αλλά το μέλλον παρά την εισβολή του στο παρόν εξοβελίστηκε πάλι πέραν της ιστορίας, ιδίως με τον Αυγουστίνο που στη θέση ενός κυκλικού αστρικού χρόνου, όπου παρελθόν, παρόν και μέλλον εναλλάσσονται και επαναλαμβάνονται, εισάγει την αντίληψη του χρόνου ως μιας επ’ άπειρο προεκτεινόμενης ευθείας ώστε οποιαδήποτε προσδοκία εγκόσμιας αλλαγής να εγκαταλειφθεί.

Με τη χριστιανική αυτή αντίληψη του χρόνου θα συγκρουστούν τα διάφορα αιρετικά και ζηλωτικά ρεύματα και, τον 13ο αιώνα, ο εμπνευστής του Ντάντε Ιωακείμ ντε Φιόρε θα επιχειρήσει μια ριζική ανατροπή της, διδάσκοντας τη σπειροειδή αντίληψη της Ιστορίας, όπου το μέλλον εμφανίζεται στο παρόν και το ίδιο το παρελθόν, επανερχόμενο σ ένα ανώτερο επίπεδο, μεταβάλλεται.

Μαζί με την παραδοσιακή αντίληψη του χρόνου, κλονίζεται και ο θεσμοποιημένος αφηρημένος μονοθεϊσμός. Αν και υποστασιοποιούσε το χρήμα, δηλαδή, την κυρίαρχη ανταλλακτική αξία, ο Θεός του αριστοτελικού καισαροπαπισμού ήταν αδύνατο να λύσει τις εσωτερικές του αντιφάσεις και να μετατραπεί σε κεφάλαιο. Για να πραγματοποιηθεί αυτό απαιτήθηκε η διάλυση του αρχαίου και του φεουδαρχικού κόσμου και η μέσ΄ από τους κόλπους της μεσαιωνικής κοινωνίας ανάδυση μιας μάζας απαλλοτριωμένης από τα πάντα με μοναδικό της έχει την ικανότητά της να εργάζεται.

Ω αιωνιότητα του αριστοτελικού – καισαρικού Θεού, που έγκειται η αιωνιότητά σου; Πως να υποψιαστούν τα άπειρα πλήθη που πίστεψαν και πιστεύουν, διαβαίνοντας απ’ τον πλανήτη Γη, πως η αιωνιότητα του Θεού τους δεν αποτελεί παρά γέννημα τετελεσμένου παγωμένου στα προϊόντα του μόχθου τους χρόνου και των άλυτών τους αντιφάσεων; Όταν όμως οι εσωτερικές αντιφάσεις τους με το κεφάλαιο ξεπεράστηκαν, ο θεοποιημένος πεπερασμένος χρόνος εκτόπισε κάθε άπειρο και αιώνιο, ενώ συγχρόνως οι ίδιες οι εσωτερικές αντιφάσεις του κεφαλαίου, στην όξυνση, κορύφωση και λύση τους δε θέτουν πια το ζήτημα μιας ακόμη μεταμόρφωσης της αξιακής σχέσης, αλλά το έσχατο τέλος της.

«Ο Θεός πέθανε» – Gott ist tot – αυτή είναι η κραυγή που βγαίνει από τα σπλάχνα του καπιταλισμού, της τελευταίας ανταγωνισττκής μορφής στην κοινωνική διαδικασία της παραγωγής.

Στην ιστορία του καπιταλισμού. το προκαπιταλιστικό παρελθόν νεκρανασταίνεται πρώτα-πρώτα κατά τη διάρκεια των αστικών επαναστάσεων, για να καλύψει με την πλούσια μορφή το φτωχό περιεχόμενο. {βλ. Μαρξ, n 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη). Μόλις όμως o καπιταλισμός νικήσει, εγκαθιδρυθεί και λειτουργεί «φυσιολογικά», θάβει το παρελθόν. «Τότε, τη θέση του προφήτη Αββακούμ την παίρνει ο Λοκ» . (Μαρξ ο.π)

Τότε ακόμη και οι ίδιοι οι ήρωες μαζί με τις επαναστατικές παραδόσεις των αστικών επαναστάσεων εξορίζονται στο πυρ το εξώτερον.

Η εδραιωμένη μπουρζουαζία ζει διαρκώς σε κατάσταση ιστορικής αμνησίας. Σβήνει το ίδιο το επαναστατικό της παρελθόν για να σβήσει την απειλή του επαναστατικού μέλλοντος.

Θέλοντας να διαιωνίσει την εξουσία της και τον τρόπο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης εξοβελίζει οτιδήποτε το αιώνιο, χωρίζοντας το σχετικό από το απόλυτο. Κάθε όραμα της αιωνιότητας του απόλυτου, προς το παρελθόν, προς το μέλλον, ακόμη και εντός του παρόντος, απαγορεύεται εξ ορισμού.

Κάθε γνήσια τέχνη στην αστική εποχή, η τέχνη που αντικατόπτριζε το απόλυτο, ανεξάρτητα απ’ τις υποκειμενικές προθέσεις ή και τις ιδεολογίες των δημιουργών της το έπραξε ενάντια στην αστική τάξη.

Αυτή η απαγορευμένη αναζήτηση του αιώνιου μέσα στο χρόνο (στο πεπερασμένο) εισέβαλε στο προσκήνιο, όταν ο καπιταλισμός πέρασε στην εποχή της ιμπεριαλιστικής παρακμής, καθώς, σαν αναζήτηση του «Χαμένου Χρόνου»,σαν ανάμνηση, γίνεται ελπίδα επαναπόκτησής του, ελπiδα υπέρβασης της φθοράς των πραγμάτων μεσ’ σ’ έναν κόσμο που βρίσκεται σ’ επιθανάτια αγωνία, όπως στο έργο του Μαρσέλ Προύστ, και φυσικά δεν πρόκειται για τη νοσταλγία της χαμένης παντοδυναμίας των καπιταλιστών, όπως υπεραπλουστεύουν οι σταλινικοί ….

Δείτε το έργο του Προύστ με φόντο το ΜΟΝΤΕΛΟ. Τότε θα ανακαλύψετε την εν δυνάμει ανατρεπτική του φύση. Ποια αναζήτηση του «Χαμένου Χρόvoυ» μπορεί να γίνει στον πλημμυρισμένο από παγωμένο χρόνο κόσμο του ΜΟΝΤΕΛΟΥ όπου δεν υπάρχει καμία αναζήτηση, επειδή όλος ο χρόνος δεν είναι παρά χαμένος και σαν χαμένος κυριαρχεί.

Χρόνος χωρίς μέλλον. Μέλλον, πέραν του κυρίαρχου, του στερεοποιημένου χρόνου του καπιταλισμού, δεν μπορεί παρά να είναι η κατάργησή του: Η χειραφέτηση της ζωντανής εργασίας και κατ’ επέκταση, η μεταμόρφωσή της, απο καταναγκαστική λειτουργία, σ’ ελεύθερη δημιουργία του κοινωνικού ατόμου

Αυτό είναι το μέγιστο έγκλημα στον κόσμο του MONΤΕΛOY: το Μέλλον απαγορεύεται. Η απαγόρευση σφραγίζεται με τα κοινωνικά ιερογλυφικά των εμπορευμάτων – φετίχ.

Το έργο όμως του Σφήκα, σαν στήλη της Ροζέτας αποκρυπτογραφεί τα ιερογλυφικά: στην τελική φάση του, αποκαλύπτει τη χαμένη ταυτότητα του ανθρώπου, αυτού του διαμελισμένου Ορφέα, μεσ’ απ’ τις εμπορευματικές μορφές της αποξένωσής του.

Το εφτασφράγιστο μυστικό φανερώνεται. Η γνώση προπορεύεται της επαναστατικής δράσης. Πως αλλιώς θα μπορούσε να την καθοδηγήσει;

Η κυριαρχία του νεκρού χρόνου κλονίζεται Το ίδιο το κεφάλαιο υπονομεύει τον εαυτό του. Ως κινούμενη αντίφαση, από τη μια αναγορεύει τον χρόνο εργασίας στο υπέρτατο μέτρο, του πλούτου κι από την άλλη, αναπτύσσοντας τις παραγωγικές δυνάμεις μειώνει διαρκώς τον αναγκαίο χρόνο εργασίας.

Οι υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού και της μετάβασης στην αταξική κοινωνία, ώστε ν’ αφανιστεί η ανάγκη ρύθμισης των πάντων απ’ τον χαμένο χρόνο, υπάρχουν. Όλη η μέχρι τώρα ιστορiα του ανθρώπου και των ταξικών κοινωνιών δεν είναι παρά η ιστορία της πάλης για την απελευθέρωση του χρόνου και των δυνατοτήτων του.

Αν η εμφάνιση της κοινωνικής εργασίας απετέλεσε το θεμελιακό άλμα από το ζώο στον άνθρωπο, η χειραφέτηση της από τα δεσμά του χαμένου χρόνου θ΄ αποτελέσει ένα ακόμα πιο ασύλληπτο άλμα.

Le temps retrouve, θα είναι η διαρκής ανακάλυψη του αιώνιου που σαν παιδί θα παίξει στα ζάρια το έσχατο παιχνίδι.

Λιών παίς έστί παίζων πεσσεύων παιδός ή βασιληίη.

Σάββας Μιχαήλ, Ιανουάριος 1988