Μετά το Μάη (2012) - (Après mai)

mai

Γράφει ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου

Γαλλία, 2012

Σκηνοθεσία: Ολιβιέ Ασαγιάς 

Πρωταγωνιστούν:  Κλεμάν Μεταγιέ, Λόλα Κρετόν, Φέλιξ Αρμάν, Kάρολ Κομπ, Ίντια Μενουέζ, κ.ά.

Διάρκεια: 122΄

Η ταινία αυτή που βγήκε στους κινηματογράφους το 2012, φιλοδοξεί να είναι ένα σχόλιο, μια υποσημείωση, μια ζωντανή εξεικόνιση, ενός γεγονότος, του Μάη του 68, σε χρόνο και χώρο, με τους τρόπους ενός σύγχρονου, σκεπτόμενου και με κοινωνικές ευαισθησίες σκηνοθέτη που, επιπροσθέτως, έζησε ο ίδιος όσα προσπαθεί να αναπαραστήσει.

Όταν θέλουμε να μιλήσουμε για γεγονότα που θεωρούνται ιστορικά, που οι πρωταγωνιστές  τους είναι ακόμη εν ζωή, κινδυνεύουμε από πολλές μεριές, από έναν κακώς εννοούμενο υποκειμενισμό, από την αγιογράφηση, από μια υπερβολή στη δραματική προβολή των καταστάσεων. Ο Αισχύλος για να αποφύγει την παγίδα αυτή όταν ανέβασε τους Πέρσες του, το 472, που είχε σαν θέμα τους τη νίκη των Ελλήνων στη Σαλαμίνα, το 480, οκτώ μόλις χρόνια μετά το γεγονός, μετέφερε τη δράση τους στην Περσία. Έβαλε δηλαδή μια απόσταση χώρου για να θεωρεί καθαρότερα τα πράγματα.

Ο Ασαγιάς στην ημί-αυτοβιογραφική ταινία του βάζει μια απόσταση χρόνου. Έτσι καταφέρνει να αναδημιουργήσει το πνεύμα αυτής της ιδιαίτερης ιστορικής στιγμής, και στη συνέχεια να κάνει κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για την μεθύστερη κατάρρευση των επιμέρους πολιτικών κινημάτων που ενέπνευσε.

mai

Η υποτυπώδης πλοκή της ταινίας στρέφεται γύρω από τη δράση του Ζυλ και της Κριστίν και μιας παρέας εφήβων, τη δεκαετία του '70, με την έντονη ριζοσπαστικοποίηση των κινημάτων, όταν το επαναστατικό πνεύμα δεν έχει ακόμη καταλαγιάσει, ενδυναμωμένο όμως το είδος εκείνο της οργής που οδηγεί στη βία. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα περιγράφεται εν είδη ημερολογίου και οι έφηβοι ήρωες είναι ζωντανοί με αίμα, δάκρυα και σπέρμα.

Χωρίς δραματική κορύφωση η ταινία είναι μια ψυχοφθόρα πορεία από την επανάσταση στον συμβιβασμό, η επαναστατικότητα των νεαρών ηρώων διανθίζεται με τραγούδια διαμαρτυρίας, αντισυμβατικές συμπεριφορές, γυμνό και φιλοσοφικές συζητήσεις, με υπέρμετρο πάθος, αισιοδοξία αλλά και αφέλεια. Η κάμερα ακολουθεί στενά τον Ζυλ στην επαφή του με τους άλλους επαναστατικοποιημένους συνομήλικούς του, δουλεύει, δρα πολιτικά, ερωτεύεται ενώ σιγά-σιγά το όραμα της επανάστασης θολώνει ώσπου γίνεται μια νοσταλγική θύμηση. Και η νοσταλγία, όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζετε, είναι ένα συναίσθημα αντιδραστικό και αντιεπαναστατικό.  

Η ταινία, όπως λέει και ο ίδιος ο Ασαγιάς, μας διδάσκει να πορευόμαστε τον δρόμο της αυτοσυναίσθησης, μας εισάγει στην ατμόσφαιρα της εποχής αλλά δεν μας αφήνει να πέσουμε θύματα της γοητείας της.

Παρόλο που η δραματικότητα πάει χέρι –χέρι με τον ρομαντισμό, ο Ασαγιάς δεν δείχνει να ενδιαφέρεται να ακολουθήσει την εξέλιξή τους. Ακόμη και τα τραγικά γεγονότα, που επιφέρουν κατακλυσμιαίες επιπτώσεις στις ζωές των ηρώων, αντιμετωπίζονται σαν θραύσματα ενός αλλού μεγαλύτερου και οικουμενικότερου γεγονότος, που παραπέμπει σε κάτι αόρατο που βρίσκεται πέρα από κάδρο του πλάνου.

Ξαναβλέποντας την ταινία μου ήρθε στο μυαλό ένα από τα γνωμικά του Πασκάλ που πολύ ταιριάζει και στην ταινία και στον Μάη. «Εκείνο που υπάρχει ανάμεσα σε εμάς, τον παράδεισο και την κόλαση, είναι μόνο η ζωή και η ζωή είναι το πιο εύθραυστο πράγμα στον κόσμο.»

mai