48o Φεστιβάλ Δράμας: Πέντε μικρές - μεγάλες ταινίες που ξεχωρίσαμε

drama

Ενώ το 48ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας (8-14/9) βρίσκεται σε εξέλιξη στους φυσικούς χώρους της πόλης, αλλά και διαδικτυακά μέσω της online πλατφόρμας του θεσμού, παρουσιάζοντας κάθε χρόνο τις καλύτερες μικρού μήκους ταινίες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, ξεχωρίσαμε, σε ένα πρώτο σχόλιο, πέντε ταινίες από τους δημιουργούς του Εθνικού διαγωνιστικού.

όγραμμα απλώνεται στα κινηματογραφικά είδη (sci-fi, noir, documentary, thriller, comedy…), οι ταινίες αποδεικνύουν ότι -παρά τις δυσκολίες στις οποίες δεν αναφερθούμε εδώ- μπορούν να δικαιώσουν τα όνειρα των συντελεστών τους, και σίγουρα -με τις ελλείψεις και τις αδυναμίες τους-, σημαντικό είναι να δούμε τις ταινίες που παράγονται στο παρόν, τις ανησυχίες και τις τάσεις που δημιουργούνται στο καλλιτεχνικό δυναμικό της χώρας και το αποτύπωμα της δυναμικής σχέσης κοινού και συντελεστών.

Η ταινία μικρού μήκους αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της κινηματογραφικής τέχνης, το πεδίο εκείνο που εξελίσσει, εκ καταγωγής την καλλιτεχνική γλώσσα αποδεικνύοντας ότι στο μικρό φορμά και στην οικονομία των μέσων δίνεται χώρος στη δημιουργία και ότι όπως στην γλυπτική, η αφαίρεση είναι αυτή που αναδεικνύει τον πυρήνα της δημιουργίας.

 

Οι Λύκοι Επιστρέφουν, Στέλιος Μωραΐτίδης (2025)

ς

Στο χιονισμένο τοπίο της ελληνικής επαρχίας, δύο εργάτες μιας εργολαβικής επιχείρησης αναλαμβάνουν να στρώσουν με χώμα τον παγωμένο δρόμο, ώστε να ανοίξει και να επιτραπεί η διέλευση. Από «λάθος πρωτοβουλία», το χώμα που μεταφέρουν σκορπά στο δρόμο υπολείμματα ανθρώπινων οστών και ο δρόμος κλείνει δύο φορές, σε ρεαλιστικό και αλληγορικό επίπεδο.

Η τοπική κοινωνία υπό την πίεση Εργολαβίας, Εκκλησίας και Πολιτικής Εξουσίας καλείται να διαχειριστεί ένα μυστικό, η αποκάλυψη του οποίου θα διατάρασσε την κοινωνική συνοχή. Με όχημα το νουάρ και το θρίλερ, ο Στέλιος Μωραΐτίδης  διερευνά τη διαχείρισης της συλλογικής μνήμης σε σχέση με μελανά σημεία του παρελθόντος και του παρόντος. Μοντάζ που «δίνει χώρο» στη δραματουργία να αναδειχθεί, φωτογραφία (Γιάννης Καραμπάτσος) που μεταφέρει τους συμβολισμούς και το ρεαλισμό του σεναρίου και ένα εξαιρετικό καστ.

Το σενάριο που γράφτηκε το 2020 (!) έμελλε να γίνει επίκαιρο με τραγικό τρόπο. Ουσιαστικά οι συντελεστές έμελλε να παρακολουθούν την ταινία «να παίζεται» στην ελληνική πραγματικότητα, και το κοινό να διερωτάται ποια θέση παίρνει ανάμεσα στους λύκους και τις μέλισσες. Και αυτό δείχνει καλλιτεχνική, συναισθηματική και κοινωνική οξύτητα, ένα διάπυρο σινεμά που χρειαζόμαστε.

 

Νoi, Νεριτάν Ζιντζιρία

ν

H νέα μικρού μήκους του Νεριτάν Ζιντζιρία («Φως εκ Φωτός», «Χαμομήλι»), δοκιμάζει να προσεγγίσει την αδελφική αγάπη μέσα από ένα φιλμ ενηλικίωσης που ακροβατεί ανάμεσα στην εκδίκηση και τη συγχώρεση.

Σε ένα παγωμένο τοπίο, ο πρωτότοκος αδελφός σκοτώνεται από το άλογο του πατέρα, ο μικρός χάνει τον αδελφό-οδηγό του και καλείται να έρθει αντιμέτωπος με τον αξιακό του κώδικα. Ο Ζιντζιρία λακωνικά σημειώνει «Ονειρεύτηκα τον θάνατο πριν το γάμο,το αίμα στο χιόνι - αν δεν ξεχάσω, θα γίνω εγώ το ζώο.». Σε ένα ποιητικό φιλμ, με απόκοσμες, σχεδόν ονειρικές εικόνες, ταφικά έθιμα που εξαγνίζουν τα ανθρώπινα ένστικτα και γίνονται όχημα λύτρωσης, κοντινά πλάνα-καρφιά στα βλέμματα των αλόγων, ο σκηνοθέτης προσεγγίζει τα πιο βίαια και σκοτεινά ανθρώπινα ένστικτα.

Αριστοτεχνική δουλειά στη διαχείριση χώρων και στην ενδυματολογία, σφιχτή και ουσιώδη δραματουργία, ένα τόσο πυκνό και παράλληλα απλό αλλά όχι απλοϊκό σενάριο, και μια μεγάλη ταινία σε μικρό φορμά.

Hopepunk, Βασιλική Λαζαρίδου

Είναι ένα επικίνδυνο εγχείρημα να συνδυάσεις μια post-apocalyptic ιστορία, ένα ζόμπι φιλμ με queer αισθητική και στοιχεία από την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα χωρίς να διολισθήσεις σε ένα επιτηδευμένο και γραφικό b-movie, και η πρωτοεμφανιζόμενη Βασιλική Λαζαρίδου το καταφέρνει και το απολαμβάνουμε. Η Άντι, η κεντρική ηρωίδα, η Πίνα, ένα κουήρ ζόμπι, και η Τζο, το αυτοκίνητο με συνείδηση (που μυρίζει «Τitane», Ζουλιά Ντικουρνό), αποτελούν το crew της εκδίκησης και διασχίζουν τη μητρόπολη με ένα σκοτεινό μυστικό στο πορτμπαγκάζ και στόχο να πάρουν εκδίκηση από μια ομάδα εθνικιστών οδηγών ταξί (!).

Η ακροδεξιά, ο φεμινισμός, η συλλογική αντίσταση του «περιθωρίου» σε ένα φιλμ που συνδυάζει το πανκ και την Ελπίδα. Επιχρωματισμένοι φακοί, νευρικό μοντάζ, εξωφρενικά to the point ενδυματολογία, ηχητικό κολάζ από την πρόσφατη επικαιρότητα που δίνει τον τόνο του οικείο σε αυτήν την απολαυστικά ανοίκεια αναρχική ιστορία εκδίκησης. Ριζοσπαστική αφήγηση και εικαστική αξιοποίηση μέσων.

«Μπορεί να γεννηθήκαμε τυχαία στο τέλος του κόσμου, αλλά αυτό μας ανήκει.» Διάολε, ναι!

 

To Tίποτα και τα Πάντα, Λία Τσάλτα

τπτ

Πόση φροντίδα χωρά ανάμεσα σε δύο σώματα που αποχωρίζονται; Πόση σημασία έχει ο αποχωρισμός όταν έχεις βιώσει στιγμές βαθιάς σύνδεσης βιώνοντας με βάθος την παροδικότητα της στιγμής; Πώς να μιλήσεις για το θάνατο αισιόδοξα; Σε ένα απομακρυσμένο εξοχικό, δύο γυναίκες (Effi Rabsilber, Ελπινίκη Σαριπανίδου) ετοιμάζονται να αποχωριστούν μέσα από μια τελετουργία συναισθηματικής, σωματικής και πνευματικής επαφής στιγμιαίας αιωνιότητας.

H Λία Τσάλτα («Μάγμα»), οπτικοποιεί ποιητικά, αφαιρετικά και βαθιά ανθρώπινα τα λόγια του Εκκλησιαστή. «Ματαιότης ματαιοτήτων, είπε ο Εκκλησιαστής, ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Ποιό είναι το κέρδος του ανθρώπου που μοχθεί αδιάκοπα κάτω απ? τον ήλιο; Οι γενιές φεύγουν και έρχονται, όμως η γη παραμένει στους αιώνες. […] Όλα τα ποτάμια χύνονται στη θάλασσα, όμως η θάλασσα δεν πλημμυρίζει. Στον τόπο όπου ξεκίνησαν, εκεί γυρίζουν πάλι.» Τα εξωτερικά πλάνα και το εσωτερικό του αρχοντικού αλλά και πλάνα όπως η δίνη του νερού στο σιφόνι της μπανιέρας μιλούν εκφραστικά το θέμα της ταινίας χωρίς φλυαρία αλλά με εικαστική ροή.

Η φωτογραφία του Γιάννη Κανάκη δίνει την αίσθηση ενός διαφανούς διαβάσματος της ανθρώπινης ψυχής, η λιτή και τόσο «βαριά» δραματουργία των ηθοποιών αποδεικνύει μια εξαιρετική επιλογή στο καστ σε ένα φιλμ με ψυχή που κραυγάζει πως μπορεί να είμαστε περαστικοί αλλά για κάποιους είμαστε σημαντικοί.

Κάνε Αυτό που Πρέπει, Μάνος Παπαδάκης

knat

Στη δεύτερη μικρού μήκους του («Το νόημα του Αυγούστου»), ο Μάνος Παπαδάκης μέσα από την κωμωδία, κάνει ένα ολόφρεσκο πολιτικό σχόλιο για τα απόνερα του δημοψηφίσματος του 2015 και την ψήφιση του τρίτου Μνημονίου. Χωρίς διδακτισμό και μελό συμπεράσματα, με χιούμορ και πίστη στις ήττες.

Στο Ηράκλειο της Κρήτης, ο Κώστας, καθηγητής πινγκ πονγκ στον «Μινώταυρο», ανακοινώνει στα δύο πιτσιρίκια-μαθητές του ότι σε δέκα μέρες η Σχολή κλείνει.  Προς ελάφρυνση του ελληνικού χρέους…για τα επόμενα 99 χρόνια ο «Μινώταυρος» θα γίνει σπα για ηλικιωμένους τουρίστες.

Ανεπιτήδευτο χιούμορ, φωτογραφία (Δημήτρης Λαμπρίδης) που αναδεικνύει την παιδικότητα και αποτυπώνει το φουλ χρωματιστό σκηνικό της ταινίας που διατηρείται και ανάμεσα στα ερείπια και δραματουργία που μέσα από το παιχνίδι μας ρωτά: «Είναι ο τελευταίος πόντος το τέλος του παιχνιδιού»; Oι φίλοι είναι η απάντηση όποια κι αν είναι η ερώτηση.

Πηγή https://www.ethnos.gr/cinema/article/380817/festibaldramaspentemikresmegalestainiestoyethnikoydiagonistikoy