Mare Nostrum | 2020
Μare Nostrum | Δημήτρης Αναγνώστου | 2020 | 25΄
Η πρώτη μικρού μήκους ταινία του Δημήτρη Αναγνώστου “Μare Nostrum” ξεκινά όπως ένα λογοτεχνικό έργο. Με έναν πρόλογο. “ H Mεγάλη Περιοδεία (Grand Tour), ήταν για πολλούς αιώνες μια συνήθης δραστηριότητα των νέων Ευρωπαίων. Αυτό το εκπαιδευτικό αριστοκρατικό ταξίδι, παρόλο που καθοδηγείται από το ενδιαφέρον για τις ελληνικές και λατινικές ανθρωπιστικές επιστήμες, αντικατοπτρίζει το πνεύμα της κατάκτησης, ιδιαίτερα του 19ου αιώνα, ακολουθεί τα αρχαιολογικά ίχνη και κρυσταλλώνει μια ρομαντική εξιδανίκευση της Κλασικής Αρχαιότητας.”
Σε μια παραλία στα μέσα του 19ου αιώνα, ένα τσούρμο περιηγητών του Grand Tour βρίσκεται σε αναζήτηση της Αρκαδίας και των αρχαίων ερειπίων ως σύμβολα μιας αναδυόμενης ελληνικής και ευρωπαϊκής “ταυτότητας”. Έναν αιώνα και κάτι μετά, στην ίδια αχανή και έρημη ακτή, το σώμα ενός νεκρού ανθρώπου κείτεται καταγής. Ακίνητο σαν παγωμένο, ανίκανο να κάνει το παραμικρό βήμα, ένα ανώνυμο πλήθος στέκει μουδιασμένο και κοιτά.”. Μάταια προσπαθούν να το αναγνωρίσουν.
“Kαι πέρασαν και στάθηκαν και κοίταξαν. Και πάγωσαν μπροστά από τον καθρέφτη. Κανείς δεν αναγνώρισε κανέναν”. Κοίταξαν αλλά δεν είδαν. Το νεκρό σώμα, γυμνό, δε φέρει τίποτα που να μαρτυρά ταυτότητα ενώ την ίδια στιγμή μάταια προσπαθούν όλοι να το αναγνωρίσουν. Να διαβάσουν κάτι κοιτώντας το, κάτι που δίνει μια πληροφορία. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ο τρόπος που ο Αναγνώστου μεταχειρίζεται το νεκρό σώμα, το οποίο μοιάζει να συμπυκνώνει εντός του, το διάστημα ενός και κάτι αιώνα. Όσο διάστημα διανύει και η ταινία από την πρώτη στη δεύτερη πράξη. Το νεκρό γυμνό σώμα σε τι διαφέρει κοιτώντας το, από μια εικόνα αρχείου, κοιτώντας την; Μια διανοητική εργασία διατρέχει όλο το φιλμ, πάνω στην αναγνώριση του νεκρού σώματος, στην έννοια της ταυτότητας, που στην πρώτη πράξη αυτό εμφανίζεται ως φωτογραφία και στη δεύτερη πράξη ως γεγονός. Παρελθόν, παρόν και μέλλον διαπλέκονται με τρόπο αξεδιάλυτο ενώ ο αναγνώστης προσπαθεί μέσα από θραύσματα, αχρονίες, κατακερματισμούς να συνθέσει εκ νέου και να στοχαστεί για αυτήν την τελικά θραυσματική και κατακερματισμένη ταυτότητα που τελικά ορίζεται από το ποιος κοιτά, ποιος καταγράφει.
Δε θα μπορούσε να είναι πιο καίρια η αναφορά στην ιστορία των περιηγητών του 19ου αιώνα, καθώς το δικό τους νεοκλασικό και ετερόνομο βλέμμα δανειστήκαμε για αιώνες για να εφεύρουμε την «ταυτότητά» μας. Αυτή η ηθική του βλέμματος που θέτει ο Αναγνώστου , παράλληλα με τις λογοτεχνικές και κινηματογραφικές αρχές του δοκιμίου, μοιάζει να μοιράζεται την αντίληψη του W. Benjamin περί χρόνου, όπως αυτή έχει αναπτυχθεί στο έργο του “Θέσεις για τη φιλοσοφία της Ιστορίας”. Υπό αυτή την έννοια, το αντικείμενο της ιστορικής γνώσης, που καλείται να διαχειριστεί τη μνήμη του παρελθόντος αλλά και να εγγραφεί στο χρόνο του παρόντος, δεν είναι μια οποιαδήποτε υποκειμενικότητα, αλλά η καταπιεσμένη τάξη. Υπό αυτή την έννοια, στην πρώτη πράξη δεν υπάρχει διάλογος και μαθαίνουμε ότι είναι Γάλλοι αυτοί που περπατούν μόνο μέσω της φωνητικής αφήγησης του πρωταγωνιστή που παραπέμπει σε μια αφήγηση ημερολογιακού τύπου. Οι ντόπιοι υποβιβάζονται μόνο στους ρόλους του υποστηρικτικού και μεταφορικού πληρώματος.
Η κινηματογραφική απόδοση μιας μνήμης κλονισμένης και αποπροσανατολισμένης αποδίδεται με μια αιχμηρή αισθητική φόρμα. Στοιχεία του ντοκιμαντέρ (κάρτα τίτλων, χρήση αρχειακού υλικού, αφήγηση, σύντομες παύσεις και εντελώς μαυρισμένης οθόνης – που εδώ λειτουργούν ως ανάσα, κενός χρόνος που δίνεται στον θεατή- αναγνώστη) συνυπάρχουν με τη μυθοπλασία, που σε μια παράλληλη ανάγνωση με τις λογοτεχνικές αρχές του δοκιμίου (στοχαστικότητα, προσωπικό βίωμα ως κοινή εμπειρία, αρχή της επανάληψης, περιπλάνηση μιας ιδέας) γεννούν μια ταινία-δοκίμιο (essay film), μιας “φόρμας που σκέφτεται και μιας σκέψης που μορφοποιείται”, όπως τη χαρακτήριζε ο Γκοντάρ. Μια χειρονομία οικειοποίησης του παρελθόντος και τελικά τη ίδιας της ιστορικής και πολιτισμικής μνήμης.
Το νεκρό σώμα και δη μη αναγνωρισμένο, περιπλανώμενο σώμα έχει απολέσει τις αρχικές του ιδιότητες και μοιράζεται τις ιδιότητες ενός αγάλματος. «Οταν οι άνθρωποι πεθαίνουν μπαίνουν στην ιστορία. Όταν τα αγάλματα πεθαίνουν μπαίνουν στην τέχνη. Αυτή η βοτανική του θανάτου είναι που αποκαλούμε κουλτούρα.” Κάπως ξεκινά η αριστουργηματική, μικρού μήκους, ταινία δοκίμιο του Αλέν Ρενέ και του -πάπα του essay-film- Κρις Μαρκέρ «Και τα αγάλματα πεθαίνουν” (Les Statues Meurent Aussi) με θέμα της την αφρικανική τέχνη μέσω της οποίας καταλήγει σε μια κριτική της αποικιοκρατίας και του δυτικού τρόπου.
Με το νεκρό σώμα ως αλληγορία επιλέγει ο Αναγνώστου να θίξει το ζήτημα της ταυτότητας των μεσογειακών χωρών και της κληρονομιάς τους που υπόκεινται στο βλέμμα του βιομηχανικού και μεταβιομηχανικού δυτικού βλέμματος.
Την ίδια στιγμή που τεχνικές και αισθητικές αντισυμβατικές φόρμες (η επιλογή π.χ. ενός σκηνοθέτη να γυρίσει σε ασπρόμαυρο ειδικά σήμερα, είναι από μόνη της μια δήλωση) φέρνουν στον νου από τον Θ. Αγγελόπουλο και τους Κυνηγούς του, μέχρι το σύμπαν των χειρονομιών του Αντονιόνι, ο Αναγνώστου, πολύπλοκος και ποτέ μιμητικός, ενσωματώνει στοιχειά ενός αγαπημένου κινηματογραφικού σύμπαντος σε μια άλλη ταινία-δοκίμιο που φανερώνουν μια έρευνα σε ένα ριζοσπαστικό περιεχόμενο και μια καινοτόμα φόρμα. Οι ήχοι της θάλασσας που ενσωματώνει η διακριτική και απόκοσμη μουσική (Σταύρος Μαρκόνης) ,η καθοριστική – δραματικά και αισθητικά – φωτογραφία (Γιάννης Καραμπάτσος) και το καθηλωτικό voice over (Μισέλ Δημόπουλος) ολοκληρώνουν αυτή την φαινομενικά αταξινόμητη ταινία-ανάσα.
Trailer
Πρεμιέρα στην Ελλάδα για το Mare Nostrum αυτή την εβδομάδα στο
Drama International Short Film Festival - Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Δράμας Τετάρτη στις 20:00 στο Δημοτικό Ωδείο και Πέμπτη 21:00 στον θερινό κινηματογράφο Αλέξανδρος και 22:30 στον κινηματογράφο Ολύμπια. Η ταινία είναι επίσης διαθέσιμη στην online πλατφόρμα του φεστιβάλ και μπορείτε να ψηφίσετε για την καλύτερη ταινία εδώ: https://www.dramafilmfestival.gr/online-festival/ .
Συντελεστές
Mare Nostrum | Ηθοποιοί: Θανάσης Δόβρης, Δρόσος Σκώτης, Στάθης Αποστόλου, Αρης Μπαλής, Βασίλης Σαμούρκας, Κατερίνα Γιαννούλη, Πηνελόπη Δαρσακλή, Σεραφείμ Ράδης, David Brown, Αλεξ Βαγγέλης │ Σενάριο - Σκηνοθεσία: Δημήτρης Αναγνώστου │ Διεύθυνση Φωτογραφίας: Γιάννης Καραμπάτσος │ Μοντάζ: Γιάννης Χαλκιαδάκης │ Σκηνικά: Δημήτρης Ζιάκας │ Κοστούμια: Χριστίνα Λαρδίκου │ Μακιγιάζ: Χαρά Βασιλειάδη │ Α’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Στρατής Χατζηελενούδας │ Ηχοληψία: Χρήστος Σακελλαρίου │ Σχεδιασμός Ηχου - Μιξάζ: Αλέξανδρος Σιδηρόπουλος, Αρης Λουζιώτης │ Μουσική: Σταύρος Μαρκόνης │ Σχεδιασμός Τίτλων - Εφέ : Θοδωρής Ζιγκίρης │ Color Correction - DCP : Γιάννης Ζαχαρόγιαννης, Authorwave │ Διεύθυνση Παραγωγής: Αλέξης Αναστασιάδης │ Παραγωγή: Αντιγόνη Ρώτα, Γιώργος Ζώης, Χριστίνα Τσιρώνη, Αντώνης Τριανταφύλλου, Βασίλης Κωνσταντιλιέρης │ Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, Squared Square, Mild, Tarro, Arctos │ International sales: Lights On