Απόντες (1996)
Ελλάδα, 1996
Σκηνοθεσία: Νίκος Γραμματικός
Πρωταγωνιστούν: Αιμίλιος Χειλάκης, Βαγγέλης Μουρίκης, Τάσος Νούσιας, Νίκος Γεωργάκης,Κωνσταντίνος Σταρίδας, Γιώργος Ευγενικός, Αντώνης Αντωνίου, Άρτο ΑπαρτιάνΜηνάς Χατζησάββας, Ανατολή Αθανασιάδου, Βιβή Κόκκα, Στέργιος Νένες
Διάρκεια: 115'
Θα αρχίσω, αγαπητοί φίλοι, με δύο παραθέματα, το πρώτο είναι του Σεφέρη, από το «Μυθιστόρημα» και το δεύτερο του Bασίλη Ραφαηλίδη από το «Πέρα από τον Κινηματογράφο». Και τα δύο έχουν σχέση με την ταινία που θα δούμε, μια ταινία για τον τόπο, τους ανθρώπους και την ιστορία, την ιστορία που εξελίσσεται άλλοτε μαζί μας, άλλοτε εναντίον μας και άλλοτε ερήμην μας.
Λέει ο Σεφέρης: «Ο τόπος μας είναι κλειστός, όλο βουνά/ που έχουν σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα/δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές./ μονάχα λίγες στέρνες άδειες κι αυτές, που ηχούν και που τις προσκυνούμε».
Ο Ραφαηλίδης γράφει: «Ενώ, όντας έφηβος στην Ελλάδα ετοιμάζεσαι μεθοδικά να δράσεις, σιγά σιγά, καθώς μεγαλώνεις, περνάς στην αδράνεια, είτε μέσα από έναν αδρανή γάμο, είτε μέσα από έναν αδρανή διορισμό στο αδρανές Δημόσιο, είτε γράφοντας αδρανή ποιήματα, που δεν θα εκδοθούν ποτέ από πνευματικά αδρανείς εκδότες. Μην τολμήσεις να ωριμάσεις στην Ελλάδα, γιατί πριν προλάβεις να ωριμάσεις, σάπισες κιόλας.»
Ο τόπος: Η Ελλάδα, τόπος κλειστός. Μέσα από δικτατορίες, πολέμους, διχασμούς, εμφύλιους σπαραγμούς και αδελφοκτόνα μίση, με φιμωμένο ένα μεγάλο μέρος του λαού της φτάνει σήμερα να τολμά, μέσα από όλες τις μορφές της τέχνης, άμεσα ή έμμεσα, να στηλιτεύει την κοινωνική καταπίεση και την κρατική αυθαιρεσία. Να ιστορεί, πειστικά, την αλλοτρίωση και τον κατακερματισμό του προσώπου του νεοέλληνα και να πλάθει, με ζηλευτή αυθεντικότητα, τα τρέχοντα καθέκαστα της ζωής του. Με άλλα λόγια να συλλαμβάνει τη νεοελληνική πραγματικότητα στο γίγνεσθαί της.
Οι άνθρωποι: Η σύγχρονη ελληνική αστική τάξη, που μέσα της κινούνται οι ήρωες μας είναι μια απάνθρωπη κατασκευή. Ιστορικό προϊόν μιας παρασιτικής μεταπρατικής οικονομίας δημιούργησε ανθρώπους ανίκανους να βιώσουν μια υγιή σχέση. Προικισμένοι με το «δαιμόνιο της φυλής» οι νέοι Έλληνες αστοί, και έχοντας για μοναδικό στόχο τους τον πλουτισμό, μέσω του χωρίς θεμιτούς κανόνες ανταγωνισμού, ο οποίος καταλήγει συνήθως στην εκμηδένιση, κυριολεκτική ή μεταφορική, των αντιπάλων τους, κινούνται μοιραία κάπου ανάμεσα στην παράκρουση και την παραφροσύνη.
Η ιστορία που στην περίπτωσή μας ταυτίζεται με την ταινία αρχίζει το 1987 στη Σαλαμίνα. Μια παρέα 25άρηδες παρακολουθούν το ευρωμπάσκετ σχολιάζουν, πίνουν μπύρες και ονειρεύονται το μέλλον. Η παρέα στο χρόνο μέσα από διαδοχικές συναντήσεις αλλοτριώνεται, οδηγείται, από διαφορετικούς δρόμους, στο τέλμα και την αποξένωση.
Η συνάντηση του 1988 έχει για ιστορικό φόντο το σκάνδαλο Κοσκωτά, η συνάντηση 1989 γίνεται μπροστά από ένα καφενείο που είναι γεμάτο με αφίσες ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., Συνασπισμός. Όταν συναντιούνται, το 1990, ο δημοσιογράφος φέρνει σουβενίρ κομμάτια από το τοίχος του Βερολίνου. Η κατηφοριά της αποξένωσης καταγράφεται σημειολογικά με την ενδυματολογική και κομμωτική εξέλιξη των ηρώων. Από τα μακριά μαλλιά του `80 στα καθαρά σβέρκα του `90.
Οι Απόντες του Νίκου Γραμματικού είναι μια ταινία που μιλά καθαρή κινηματογραφική γλώσσα καταγράφοντας αυθεντικά ό, τι χρόνια τώρα μας παιδεύει, για το ότι πολλές φορές αφήνουμε να περάσει μέσα από τα δάχτυλά μας ένα ολόκληρο ποτάμι χωρίς να πιούμε ούτε μια στάλα, για το πολύτιμο χρυσαφί της φιλίας και της συντροφικότητας που πάει χαμένο. Μιλάει για τους φίλοι μας, τους διπλανούς μας, μιλάει για εμάς τους ίδιους, σε σχέση με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Και παρόλο που ένας από τους ήρωες αυτοκτονεί, η ταινία αποπνέει αισιοδοξία, την αισιοδοξία της γνώσης, που καμιά φόρα μπορεί να οδηγήσει στην αυτογνωσία.