H Περιπέτεια (L΄Avventura)- 1960

avventura

Σκηνοθεσία: Mικελάντζελο Αντονιόνι| Iταλία| 1960| 143΄ | Πρωταγωνιστούν: Μόνικα Βίτι, Λέα Μασάρι, Γκαμπριέλε Φερτσέτι, Ντομινίκ Μπλανσάρ

H Περιπέτεια αποτελεί το πρώτο μέρος της “τριλογίας της αποξένωσης” του Μικελάντζελο Αντονιόνι. -Οι δύο επόμενες ταινίες που συμπληρώνουν την τριλογία είναι “Η Νύχτα”(1961) και “Η Έκλειψη”(1962).- Με την Περιπέτεια ο Αντονιόνι εισάγει το κοινό σε μια προβληματική που θα τον απασχολήσει ιδιαίτερα: τη μοναξιά, την αλλοτρίωση του ανθρώπου στο σύγχρονο βιομηχανικό περιβάλλον και πάνω από όλα την αδυναμία της ανθρώπινης επικοινωνίας.

Η ταινία αποτελεί σταθμό στη φιλμογραφία του Αντονιόνι αλλά και τομή στον παγκόσμιο κινηματογράφο για το πρωτοποριακό της περιεχόμενο αλλά κυρίως για την πρωτοποριακή της φόρμα, επηρεάζοντας πολλούς μεταγενέστερους σκηνοθέτες- από τον Μάρτιν Σκορτσέζε και τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο μέχρι τον Γουόνγκ Καρ-Βάι.

Η ιστορία της Περιπέτειας είναι απλή. Η Άννα και ο εραστής της, Σάντρο, με τον οποίο επρόκειτο να παντρευτούν, φεύγει για κρουαζιέρα στις Αιολίδες Νήσους, βόρεια της Σικελίας, με μια παρέα μεγαλοαστών φίλων. Η Άννα προσκαλεί στην κρουαζιέρα τη φίλη της Κλαούντια (Μόνικα Βίτι), τη μόνη από την παρέα που ανήκει στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Φυσικά αυτό δεν είναι τυχαίο. Θα δούμε γιατί. Ως δια μαγείας, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης ενός από τα νησάκια αυτά, η Άννα εξαφανίζεται. Μια αρχή αβεβαιότητας διαπερνά όλη την ταινία. Ο αρχικός ρεαλισμός αναιρείται από την άρνηση της προφάνειάς του και καθώς τα αινίγματα (π.χ. αν όντως υπάρχει καρχαρίας) συσσωρεύονται, το φιλμ αποκτά μια διάσταση φανταστική που στην πραγματικότητα δεν έχει. Δεν ξέρουμε αν η Άννα έπαθε κάποιο ατύχημα, δολοφονήθηκε, αυτοκτόνησε, πνίγηκε. Ο Σάντρο και η Κλαούντια ξεκινούν μια διαδρομή αναζήτησής της στα χωριά της Σικελίας, αλλά καταλήγουν στο να την ξεχάσουν, καθώς μεταξύ τους αναπτύσσεται μια παθιασμένη ερωτική σχέση.

antonioni

Η εξαφάνιση της Άννας, λειτουργεί καταλυτικά πάνω στον ψυχισμό του Σάντρο και της Κλαούντια. Η απουσία γεννά έναν νέο έρωτα. Η απουσία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο έργο του Αντονιόνι. Η αγνοούμενη επιβάλλει στο ζευγάρι το βάρος ενός απροσδιόριστου βλέμματος, που του προκαλεί τη μόνιμη αίσθηση ότι το κατασκοπεύουν και εξηγεί την ασυναρτησία των αντικειμενικών του κινήσεων, όταν φεύγει ενώ προφασίζεται ότι ψάχνει να τη βρει.

Ο Σάντρο αποδεικνύεται ένας ψυχρός άντρας που αδυνατεί να βιώσει το ερωτικό συναίσθημα. Η Άννα και η Κλαούντια ταυτίζονται- κυρίως συναισθηματικά. Ό,τι βίωνε η μια, τώρα το βιώνει και η άλλη.

Προσέξτε πως όταν η Άννα εξαφανίζεται η Κλαούντια φορά το πουκάμισό της. Με αυτόν τον τρόπο ο Αντονιόνι τονίζει το δράμα της μη-επικοινωνίας που κυριαρχεί στους ήρωές του πλούσιους ή φτωχούς. Τα συναισθήματά τους δεν καθορίζονται από τις υλικές συγκυρίες, από την κοινωνική τους τάξη. Οι ήρωες ζουν σε έναν ενεστώτα χρόνο που τους καταστρέφει, η δράση αποκτά μια εσωτερική διάσταση και η ουσία των γεγονότων γεννιέται από τη διαλεκτική των σχέσεων ανάμεσα στα πρόσωπα ενώ το τοπίο, το περιβάλλον αποτελεί μια προβολή του εσωτερικού τους κόσμου. Κι αυτή είναι η άλλη μεγάλη καινοτομία του Αντονιόνι.

antonio i

Το τοπίο, ο φυσικός χώρος, η αρχιτεκτονική κατασκευή γίνεται ο άλλος πρωταγωνιστής των ταινιών του. Τα καθαρά κινηματογραφικά κάδρα γυμνών και απομονωμένων αφαιρετικών τοπίων και τα πλάνα με μεγάλο βάθος πεδίου και διπλούς χώρους δράσης δεν έχουν μόνο αισθητική αξία αλλά και κομβική λειτουργία. Μέσα σε αυτό το χώρο οι χαρακτήρες βρίσκονται σε συνεχή εξέλιξη, η παραδοσιακή αφήγηση καταργείται . Τα συνεχή έρημα, κενά πλάνα της βραχονησίδας στην Περιπέτεια δεν συμβολίζουν τίποτα αλλό πέρα από την έρημη, κενή συναισθηματική κατάσταση των πρωταγωνιστών και η Περιπέτεια δεν αναφέρεται φυσικά παρά στην περιπέτεια της ανθρώπινης επικοινωνίας. Άλλωστε σε μια σημαίνουσα σκηνή της ταινίας, η ουσία έχει ήδη τεθεί. Η Άννα πριν εξαφανιστεί με αγωνία λέει στον Σάντρο “Πρέπει να το συζητήσουμε. Ή μήπως δεν καταλαβαινόμαστε ούτε εμείς οι δύο;”. “Τα λόγια χρησιμεύουν όλο και λιγότερο. Μας μπερδεύουν”, της απαντά ο Σάντρο.

Με έχει εντυπωσιάσει, λέει ο Αντονιόνι, το εύθραυστο των ανθρώπινων σχέσεων, η ηθική, πολιτική και φυσική αστάθεια του σύγχρονου κόσμου, όπου η φυσική γίνεται μεταφυσική και όπου μόλις και διακρίνεις τα όρια ανάμεσα στην επιστήμη και την επιστημονική φαντασία. Κάθε μέρα ζούμε μια ιδεολογική ή συναισθηματική περιπέτεια.” Γι αυτό οι συμπεριφορές των ηρώων φαίνονται περίεργες, οι κινήσεις τους συχνά απρόβλεπτες και αντιφατικές, ενώ σκηνές φαινομενικά ασύνδετες-που έχουν όμως τη σημασία τους- παρεισδύουν στο σώμα της ταινίας, γεννώντας ερωτηματικά στο θεατή.

Και όπως είναι φυσικό, το μεγαλύτερο ερωτηματικό που συχνά απασχολεί και ίσως υπερβολικά θα λέγαμε τους θεατές, είναι το ερώτημα της τελικής σκηνής. “Πιστεύω, λέει ο Αντονιόνι, πώς κάποιος μπορεί να εξηγήσει τη σημασία του τέλους της ταινίας από την υπόθεσή της, κι ανάλογα πώς το βλέπει ο καθένας να περάσει και για αισιόδοξο και για απαισιόδοξο.”

ant

Ο Ζωρζ Σαντούλ, ένας από τους εγκυρότερους ιστορικούς κινηματογράφου έκανε μια ανακάλυψη που αργότερα βρήκα πως συμφωνεί με την πρόθεσή μου όταν γύριζα την τελική σκηνή.

Στην αριστερή πλευρά του κάδρου είναι το όρος Αίτνα με όλη τη χιονένια λευκότητά του. Στην αριστερή ένας συμπαγής τοίχος. Η Αίτνα ανταποκρίνεται στην κατάσταση της γυναίκας, ο τοίχος αντιπροσωπεύει τον άντρα. Το κάδρο είναι ακριβώς διαιρεμένο σε δύο μισά. Η Αίτνα αντιπροσωπεύει τη γυναίκα και την αισιόδοξη πλευρά, ενώ ο τοίχος, τον άντρα και την απαισιόδοξη. Το κορίτσι όμως δε θα τον αφήσει, θα καταλάβει πως κατά κάποιο τρόπο βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Τι θα απέμενε άραγε αν δεν υπήρχε αυτό το αμοιβαίο συναίσθημα οίκτου που ναι επίσης μια πηγή δύναμης;”

Διερωτώμενος για την εξέλιξη του νεορεαλισμού, ο Αντονιόνι έλεγε πως έτεινε να αποχωριστεί το ποδήλατο. Και εννοούσε βεβαίως το ποδήλατο του Ντε Σίκα. Είναι σημαντικό έλεγε να δούμε τι υπάρχει στο μυαλό και την καρδιά αυτού του ανθρώπου που του έκλεψαν το ποδήλατο, πως προσαρμόζεται, τι του έχει απομείνει από όλες τις εμπειρίες του πολέμου, της μεταπολεμικής περιόδου, από όσα συνέβησαν στη χώρα μας.”

Ο νεορεαλισμός άνευ ποδηλάτου αντικαθιστά την αναζήτηση της κίνησης με ένα ειδικό βάρος του χρόνου που υπονομεύει τους πρωταγωνιστές εκ των έσω. Ο κινηματογράφος του Αντονιόνι είναι ένας κινηματογράφος πέραν της κίνησης, ένα πλέγμα όπου συνυφαίνονται συνέπειες, ακολουθίες και χρονικά αποτελέσματα που απορρέουν από συμβάντα διαδραματιζόμενα εκτός πεδίου. Αν είμαστε άρρωστοι από Έρωτα αυτό συμβαίνει γιατί ο ίδιος ο έρωτας νοσεί. Και νοσεί όχι επειδή είναι γερασμένος και παρωχημένος, αλλά επειδή συλλαμβάνεται στην καθαρή μορφή ενός χρόνου σπαράσσεται ανάμεσα σε ένα τελεσμένο παρελθόν και ένα αδιέξοδο μέλλον. Για τον Αντονιόνι, ο Χρόνος είναι η ασθένεια.

Πολύ πιο απλά, το λέει ο Γουόνγκ Καρ-Βάι, ο καλύτερος σύγχρονος μαθητής του Αντονιόνι: o έρως είναι θέμα χρόνου: είναι οδυνηρό να συναντήσεις τον κατάλληλο άνθρωπο, πολύ νωρίς ή πολύ αργά.