Γερτρούδη|1964

του Βασίλη Ραφαηλίδη

Γερτρούδη (Gertrud)| 1964 |115'| Σκηνοθεσία: Kαρλ Ντράγιερ| Πρωταγωνιστούν: Νίνα Πενς Ρόντε, Μπεν Ρότε

Κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη |Βήμα, 5.12.1978

Τούτο το μεγαλειώδες φιλμ, σωστό μνημείο στην εξέλιξη της κινηματογραφικής γλώσσας, έφερνε τότε τα εξής καινούργια στην αντίληψη του κινηματογραφικού χωροχρόνου, που ωστόσο υπάρχουν διάχυτα και σε ολόκληρο το προγενέστερο έργο του Ντράγιερ.

1. Η δράση δεν είναι ενιαία, ταυτόσημη με την κίνηση. Δράση υπάρχει και στην ακινησία, αρκεί η κίνηση των ιδεών στο εσωτερικό της και η ανέλιξη των χαρακτήρων σαν φορέα τούτων των ιδεών, να είναι σαφώς καθορισμένα.

2. Οι ηθοποιοί δεν είναι απαραίτητο να “παίζουν”. Ο σκηνοθέτης έχει το δικαίωμα να τους χρησιμοποιεί σαν “συμβολικές” ενσαρκώσεις των ιδεών του.

3. Από το προηγούμενο συνάγεται πώς δεν είναι απαραίτητη μια σκηνοθετική τεχνική που υπηρετεί τον ρεαλισμό. Έτσι ο περιλάλητος “άξονας”, νοητή ευθεία σύνδεσης των δρώντων προσώπων, παύει να έχει ουσιαστικό νόημα: Oι ηθοποιοί μπορούν να κοιτάξουν κατευθείαν στο φακό, ή η μία ματιά τους να παραπέμπει σταθερά εκτός κάδρου, στον άπειρο χώρο, καταργώντας έτσι τη σύμβαση του κλειστού και παγωμένου αναγεννησιακού κάδρου με τον πλήρως διευθετημένο εντός του χώρο της “θεϊκής δημιουργίας”.

4. Ο σαφής καθορισμός του χρόνου και του χώρου της δράσης δεν είναι αναγκαίος, όταν το πρόβλημα που εκτίθεται είναι και αχρονικό και ατοπικό. Στη Γερτρούδη μόνο εντελώς αόριστα μπορούμε να εποπτευθούμε το χρόνο τη δράσης: Προφροϋδική περίοδος (1830 περίπου), όταν ο Σαρκό άνοιγε τον δρόμο στον Φρόυντ.

Τί προσπαθεί να πει ο χριστιανός Ντράγιερ μέσα σε αυτή την ιερατική και τελετουργική στατικότητα;

Κάτι πάρα πολύ απλό: AMOΡ ΟΜΝΙΑ (η αγάπη είναι το παν), όπως θα γράψει η Γερτρούδη, όσο ζει ακόμα στο σταυρό του τάφου της.

gertrud

Η Γερτρούδη λοιπόν που αρνήθηκε έναν βολεμένο σύζυγο και δύο εραστές για να ζήσει το υπόλοιπο του βίου της στην ενδοσκοπική σοφία της πλήρους απομόνωσης, που όμως δεν έχει τίποτα από την αποβλακωτική μακαριότητα της Νιρβάνα των ανατολικών και των Γιόγκι, είναι το υπέρτατο σύμβολο της αδιάλλακτης, ασυμβίβαστης, απόλυτης Αγάπης. Μιας αγάπης τάξεως θεϊστικά υπαρξιακής που γίνεται τρόπος ζωής και προπαίδεια αξιοπρεπούς θανάτου- μιας αξιοπρέπειας που βέβαια τη στερούνται παντελώς, οι περιδεείς θεοφοβούμενοι με την “γλοιώδη τους ανικανότητα να πεθάνουν”, όπως λέει ο Μπαρτ.

Ο Ντράγιερ είναι χριστιανός. Όμως, από τον τρέχοντα χριστιανισμό του “χύδην όχλου” τον χωρίζει χάος. Το ίδιο ακριβώς χάος του σπαρακτικού στοχασμού που χώριζε και τον συμπατριώτη του Κίργκεργκωρντ από τις αστείες συνταγέ περί “σωτηρίας” του Καθολικισμού. Ο Ντράγιερ κέρδισε τον χριστιανισμό του. Δεν του τον χάρισαν οι διαμεσολαβητές μεταξύ ανθρώπου και Θεού παπάδες.

gertrud

Όσο κι αν διαφωνούμε με αυτήν την ντραγιερική μεταφυσική δεν έχουμε παρά να αποκαλυφθούμε μπροστά στο μεγαλείο τη υπαρξιακής της ειλικρίνειας. Ο Ντράγιερ ήταν ένας από τους πιο τίμιου και καθαρούς ανθρώπους που περπάτησαν ποτέ πάνω σε αυτόν τον αμαρτωλό πλανήτη, Και η Γερτρούδη του, η μεγαλειώδης διαθήκη του στους πονηρούς και μίζερους Χριστιανούς που εφεύραν τη μετάνοια ίσα-ίσα για να έχουν το δικαίωμα να αμαρτάνουν κατ΄εξακολούθηση.

Βασίλης Ραφαηλίδης, Βήμα| 5.12.1978