Σινεφίλ ή η λατρεία του σινεμά

Σινεφίλ, μια ελληνική λέξη που μας επιστρέφεται ως αντιδάνειο από τις ευρωπαϊκές γλώσσες.

Γράφει ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου

Γράφει ο Πολύκαρπος Πολυκάρπου

Ορισμός  ----  αν τα καταφέρουμε!

Σινεφίλ, μια ελληνική λέξη που μας επιστρέφεται ως αντιδάνειο από τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Το να ορίσουμε τι σημαίνει είναι εύκολο και δύσκολο μαζί. Σε γενικές γραμμές ο ορισμός που λέει ότι σινεφίλ «είναι ένας άνθρωπος που έχει παθιασμένο ενδιαφέρον για τον κινηματογράφο» φαίνεται επαρκής και έγκυρος. Ωστόσο νομίζω ότι είναι ελλιπής. Για ποιες μορφές και για ποια από τα στάδια της παραγωγής μιας ταινίας έχει το «παθιασμένο του ενδιαφέρον» αυτός ο άνθρωπος; Τον ενδιαφέρει η ιστορία του κινηματογράφου, ή θεωρία του, η μήπως η αισθητική του; Αν συμπληρώσουμε λοιπόν ότι σινεφίλ, είναι «εκείνος που παθιασμένα ενδιαφέρεται για όλες τις μορφές κινηματογράφου και για όλη την ιστορία του, για όλη τη θεωρία του και για όλη την αισθητική του», συμπληρώνουμε το κενό; Μπορεί,  αλλά τότε δεν θα έχουμε τον ορισμό του σινεφίλ αλλά τον ορισμό του κινηματογραφικού δημιουργού.

Άλλοι ορισμοί κι ας μη συμφωνούμε απολύτως.

Δύο καλοί κύριοι, μάλλον απ’ την Γαλλία, ο Antoine de Baeque και ο Thierry Fremaux, μας λένε ότι «η σινεφιλία είναι ουσιαστικά μια κουλτούρα της απόρριψης που βρίσκει λογική συνέπεια και ενδιαφέρον εκεί όπου τίποτα δεν είναι οφθαλμοφανές εγκωμιάζοντας το αντισυμβατικό και το ελάσσων».

Ένα άλλος, ιστορικός αυτός, ο Thomas Elsaesser, μας βεβαιώνει ότι η σινεφιλία, «είναι πιο πολύ αφοσίωση και νοσταλγία παρά πάθος, περισσότερο λατρεία της σκοτεινής αίθουσας με την φωτισμένη οθόνη και λιγότερο μια στάση ζωής».

Σύγχρονος Κινηματογράφος

Γλωσσολογικά

Η ελληνική λέξη κινηματογραφοφιλία ( Χριστέ μου, τι σιδηρόδρομος!) διατηρείται με τον ελληνικό ήχο και την λατινική μεταγραφή της στις κύριες ευρωπαϊκές γλώσσες. Στα Γαλλικά και τις λατινογενείς γλώσσες είναι: cinephile = κινηματογραφόφιλος, cinephilic = κινηματογραφοφιλικός, cinephilia = κινηματογραφοφιλία. Στη Γαλλία χρησιμοποιείται και το cineaste που όμως σημαίνει ότι ο άνθρωπος που προσδιορίζεται με αυτό το επίθετο δεν είναι μόνο κινηματογραφόφιλος αλλά και κινηματογραφικός δημιουργός. Στη Ρωσία  υπάρχουν οι Kinocks   οι ξετρελαμένοι με το σινεμά. Οι Άγγλοι πλάθουν το δικό τους όρος χωρίς την εμπλοκή της ελληνικής λέξης: movie buff , ο κολλημένος με τις ταινίες και οι Αμερικανοί μοιράζουν τη διαφορά σμίγοντας μια ευρωπαϊκή και μια ελληνική λέξη: filmophile, filmophilia.

 

Η Ιστορία της σινεφιλίας – Μόνο ενδεικτικά

Ο κινηματογράφος λατρεύτηκε από τότε που εμφανίστηκε. Ακόμη και στην βωβή περίοδο του υπήρχαν λέσχες θαυμαστών του, που εξέφραζαν  το ενδιαφέρον τους με συζητήσεις, εκδόσεις, ή προβολές σπάνιων, παλαιοτέρων, ταινιών. Η έλευση του ήχου πολλαπλασίασες τις λέσχες και τους θαυμαστές αυτού του τεχνικού επιτεύγματος που είχε πια αναγνωριστεί ως η ΄Εβδομη Τέχνη.

Η πρώτη μείζονα προσπάθεια να διατηρηθεί η κινηματογραφική κληρονομιά από τις απαρχές του και να μάθει το κοινό τι εξαιρετικά δυνατό μέσον έκφρασης ήταν ο κινηματογράφος, γίνεται στη μεταπολεμική Γαλλία και είναι έργο ενός μόνο εμβληματικού και ταμένου ανθρώπου, ο λόγος για την Cinémathèque Française και τον Ανρί Λαγκλουά.

Κινηματογραφικές λέσχες που άσκησαν μεγάλη επιρροή την εποχή εκείνη ήταν η Objectif 49, που μέλη της ήταν ο Ρομπέρ Μπρεσόν και ο Ζαν Κοκτώ. Και το Ciné-Club du Quartier Latin. Οι δύο Λέσχες εξέδιδαν το περιοδικό  Revue du Cinéma,  που στη συνέχεια εξελίχθηκε για να γίνει  το  Cahiers du Cinéma. Το κινηματογραφικό περιοδικό που γέννησε τους δημιουργούς της νουβέλ βαγκ και μια σειρά από λαμπρούς θεωρητικούς του κινηματογράφου. André Bazin, François Truffaut, Jacques Doniol-Valcroze, Claude Chabrol, Jean-Luc Godard ,Alexandre Astruc, Jacques Rivette, Luc Moullet. 

Στην υπόλοιπη Ευρώπη ανάμεσα στο 1960 και στο 1970 η σινεφιλία συνδέθηκε με τις δημιουργίες  μεγάλων σκηνοθετών όπως ο Φελίνι, ο Αντονιόνι, ο Μπέργκμαν, ο Κουροσάβα, που επηρέασαν βαθύτατα τον  παγκόσμιο κινηματογράφο.

Cahiers du Cinema

Στις ΗΠΑ την ίδια πάνω-κάτω εποχή ανθούν οι κολεγιακές κινηματογραφικές λέσχες όπως η περίφημη Doc Films του Πανεπιστημίου του Σικάγου.   Η επιρροή των μεγάλων ευρωπαίων εξέθρεψε σκηνοθέτες όπως Σκορτσέζε, ο Κόπολλα και ο Γούντι ΄Αλεν. Ενώ  διανοούμενοι όπως η Σούζαν Σόνταγκ, ο ΄Αντριου Σαρίς και η Πόλιν Κελ αναγνώρισαν στον κινηματόγραφο  όχι μόνο καλλιτεχνική αλλά και  κοινωνικό-πολιτική  αξία.

Τα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ όπως της Βενετίας των Καννών του Βερολίνου, της Νέας Υόρκης, του Σικάγου, κ.ά., καθώς και οι εφεύρεση του DVD, αυξάνουν τον κύκλο των σινεφίλ και πολλαπλασιάζουν παντού τις κινηματογραφικές λέσχες.

Καταλήγοντας διαπιστώνουμε ότι στον κινηματογραφικό  πέρα από τους δημιουργούς των ταινιών ,οι σινεφίλ, οι ψαγμένοι δηλαδή, αν και κάποιες φορές λοξοί,  θεατές του κινηματογράφου είναι δυνάμει συν-δημιουργοί.

 

Δύο λόγια για την ελληνική Σινεφιλία – προσωπική κατάθεση

Η τιμή ανήκει στην Αγλαΐα Μητροπούλου που ίδρυσε, την δεκαετία του 50(;) την Κινηματογραφική Λέσχη, η οποία έκανε προβολές κάθε Κυριακή πρωί στον κινηματογράφο  «Άστυ», με εκτενείς εισηγήσεις πριν την προβολή και συζήτηση μετά.

Η Ελληνική Κινηματογραφική Λέσχη, δεκαετία του 60, ήταν η αριστερή απάντηση στην αστή Μητροπούλου. Πρόβαλε στο θέατρο «Βεάκη» επίσης τις Κυριακές το πρωί, με εισηγητή τον Μπακογιανόπουλο και ακολουθούσε συζήτηση.

Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος, ιδρύει τη Μικρή Λέσχη, δεκαετία του 70, που πρόβαλε στην Κανάρη 10, στο κλωνάκι, όπου ήταν η έδρα της. Πρόβαλε παλιά σπάνια αριστουργήματα και πολύ δύσκολες ταινίες.

Σήμερα υπάρχουν παντού Κινηματογραφικές Λέσχες που αντιστέκονται στην κατά μόνας παρακολούθηση μιας ταινίας από το DVD player ή την οθόνη του υπολογιστή, που πιστεύουν ότι η παρακολούθηση μιας ταινίας είναι το μοίρασμα μιας  αισθητικής αλλά και κοινωνικής εμπειρίας. Και δεν πρέπει αν ξεχνάμε ότι από την Κινηματογραφική Λέσχη της Δράμας ξεπήδησε το Διεθνές πια  σήμερα Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους.

Οθόνη

 

Οι ταινίες και οι δημιουργοί της ενότητας

5/2/2018

Η Μάχη της Αλγερίας (1966),((La Battaglia di Algeri), 123 ΄, Ιταλία-Αλγερία

Σκηνοθεσία: Τζίλο Ποντεκόρβο

Παίζουν: Μπραχαμί Χατζιάγκ, Γιασίφ Σααντι, Ζαν Μαρτίν, Σάμια Κερμπας.

Χρυσούς Λέων, Βενετία, Βραβείο κριτικών, Κάννες 1966.

Η ταινία που είναι ένα ρεαλιστικό αλλά και ελεγειακό ποίημα, που ακροβατεί ανάμεσα στον νέο-ρεαλισμό και την ποίηση, δείχνει την άμεση σχέση που έχει η τέχνη με την πολιτική, και είναι μια αντιαποικιοκρατική  καταγραφή της Αλγερινής Επανάστασης.  Γυρίστηκε στα πραγματικά πεδία των μαχών, στηρίχτηκε στο βιβλίο του Γιασίφ Σααντι, Αναμνήσεις από τη Μάχη της Αλγερίας, και χρηματοδοτήθηκε από τον πρώτο πρόεδρο της Αλγερίας Μπεν Μπελλά.

΄Ολοι οι ηθοποιοί είναι ερασιτέχνες εκτός  από τον Ζαν Μαρτίν, ηθοποιό κυρίως του θεάτρου, που παίζει τον συνταγματάρχη Ματιέ. Ο Ποντεκόρβο στην ταινία του συνδυάζει, αριστοτεχνικά, δύο διαφορετικά μεταξύ τους είδη κινηματογράφου: το ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία.

Η καθηλωτική, γεμάτη ένταση, δυναμικότητα της ταινίας, που τονίζει την βία και την ωμότητα των δυνάμεων καταστολής, ενόχλησε τη Γαλλική κυβέρνηση και στην πρώτη της προβολή στο Παρίσι υπήρξαν συγκρούσεις της αστυνομίας με τους ακροδεξιούς του ΟΑΣ που ήθελαν να την εξαφανίσουν. Η ταινία προβλήθηκε στην τηλεόραση μόλις το 2004.

Άξια μνείας είναι και η μουσική που έγραφε για το φιλμ ο Ενιο Μορικόνε, ο δαιμόνιος  συνθέτης συνδύασε τον Μπαχ με τη μουσική των Βεδουίνων.

ΤΖΙΛΟ ΠΟΝΤΕΚΟΡΒΟ (1919-2006)

Γεννήθηκε στην Πίζα. Γόνος πλούσιας, εβραϊκής καταγωγής, οικογένειας. Σπούδασε χημεία στο πανεπιστήμιο της Πίζας και ήρθε σε επαφή το αριστερό φοιτητικό κίνημα. Το 1938, μην αντέχοντας το αντί-σημιτικό κλίμα που επικρατούσε τότε στην Ιταλία, ακολούθησε τον μεγαλύτερο αδελφό του Γκουίντο στο Παρίσι, όπου μπορούσε να δουλέψει ελεύθερα σα δημοσιογράφος και δάσκαλος του τένις.

Στο Παρίσι γνώρισε τον κόσμο του κινηματογράφου και έκανε μερικά μακρά ντοκιμαντέρ. Έγινε βοηθός του Γιόρις Ιβενς, του Ιβ Αλεγκρέ και γνωρίστηκε με τον Πικάσο, τον Στραβίνσκι και τον Σαρτρ. Το 1941, έγινε μέλος του Κ.Κ.Ι. Υπήρξε  αρχηγός της Μιλανέζικης Αντίστασης από το 1943 έως το 1945.

H Mάχη του Αλγερίου

ΤΑΙΝΙΕΣ – ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ

Porta Portese (1954),

Uomini del Marmo(1955), 

Strada Azzura(1957),

Pane e Zolfo(1959)

Capo(1959), Καπό

Gli Uomini del Iago(1959),

La Battaglia di Algeri(1966), Η Μάχη της Αλγερίας

Kuemanda(1969), Κουεμάντα

Operacion Orgo (1979,Επιχείρηση Οργκο

 

12/2/2018

Η Επιστροφή( Vozvrashchenie) 2003, 105΄, Ρωσία

Σκηνοθεσία: Αντρέϊ Σβιάνγκιτσεφ

Παίζουν: Πήτερ Μάλαν, Βλαντιμίρ Γκάριν, Ναταλία, Βοντιάνοβα, Κονσταντίν Λαβρονένκο.

Χρυσούς Λέων, Βενετία, 2003.

Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με προορισμό ένα αχαρτογράφητο νησί της Ρωσίας, δύο αδέλφια προσπαθούν να κατανοήσουν τον αγέλαστο αλλά και αυταρχικό πατέρα τους, ο οποίος εμφανίστηκε μυστηριωδώς στη ζωή τους όπως μυστηριωδώς είχε εξαφανιστεί πριν δέκα χρόνια. Ένας πατέρας που μπορεί να είναι φυγάς, κατάδικος ή μαφιόζος. Μέσα σε αυτό το οδοιπορικό και μέσα από δοκιμασίες που υποβάλλει τα απιδιά ο τραχύς και αινιγματικός πατέρας,  ο Σβιάνγκιτσεφ, δημιουργεί μια ταινία γεμάτη ευαισθησία, βαθιά κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης και ποίηση. Οι επιδράσεις του Ταρκόφσκι είναι ολοφάνερες.

Τhe Return

 

ΑΝΤΡΕΊ ΣΒΙΑΝΓΚΙΤΣΕΦ (1964 -)

Γεννήθηκε στο Νοβοσιμπίρσκ της Σιβηρίας, τελείωσε τη Δραματική Σχολή και αποφοίτησε ηθοποιός το 1986. Μετακόμισε στη Μόσχα και συνέχισε τις σπουδές του στη Ρωσική Ακαδημία θεατρικής Τέχνης. Από το 1992 έως το 2000 δούλεψε ως ηθοποιός στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Το 2000, άρχισε να δουλεύει στον τηλεοπτικό σταθμό REN-TV, όπου σκηνοθέτησε τρία επεισόδια της τηλεοπτικής σειράς Το Σκοτεινό Δωμάτιο. Το 2003, γυρίζει την Επιστροφή και κερδίζει την παγκόσμια αναγνώριση κινηματογράφος του Σ. είναι ένα κράμα ρεαλισμού και ποίησης τον απασχολεί επίσης η ζωή στην μετασοβιετική Ρωσία.

ΤΑΙΝΙΕΣ-ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ

Η Επιστροφή (2002),

Το Υπόγειο( 2007),

Έλενα (2011),

Λεβιάθαν(2014), Βραβείο σεναρίου Κάνες, Χρυσή Σφαίρα ξενόγλωσσης ταινίας, Υποψήφια για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας,

Χωρίς Αγάπη(2017) βραβείο κριτικών Κάνες.

 

26/2/2018

Χωρίς ήλιο ( Sans soleil),(1983) Γαλλία,100΄

Σκηνοθεσία: Κρις Μαρκέρ, Αφηγήσεις: Φλοράνς Ντιλέ (Γαλλία), Ριγιόκο Ικέντα (Ιαπωνία ), Σαρλότ Κερ (Γερμανία),  Αλεξάντρα Στιούαρτ (Αγγλία)

Η ταινία είναι  μία σκέψη σε εικόνες για διάφορες χώρες,  την Ισλανδία,  την Γουινέα-Μπισάου, μετά την αποτυχημένη της επανάσταση,  την Ιαπωνία. Παρουσιάζει τα γράμματα ενός φανταστικού κάμεραμαν που διαβάζει μια άγνωστη γυναίκα. Ένα πειραματικό ντοκιμαντέρ, κάποιοι πιστεύουν ότι είναι το αριστούργημα του Μαρκέρ, που διευρύνει τα όρια του είδους, δημιουργώντας μια  νέα γλώσσα. Μια ταινία-δοκίμιο που  διαλογίζεται. πάνω στην ανθρώπινη μνήμη και τη σχέση της μες την ιστορία, τη συνάρτηση ή την εξάρτηση που έχει το άτομο με το χρόνο και το χώρο, για να καταλήξει στο ότι « η ανθρωπότητα δεν έχει σύνορα, η ανθρωπότητα είναι ένας ιστός κοινωνικών συνειδήσεων, ένας γόρδιος δεσμός ιδιαιτεροτήτων και καθολικότητας, και ότι η ιστορία της είναι μια γενική πρόβα του μελλοντικών της αλμάτων πικρών αλλά και απελευθερωτικών»..

Ο τίτλος προέρχεται από τον ομώνυμο κύκλο τραγουδιών του Μουσόρσκι.

Το 2014 το περιοδικό Sight and Sound το κατέταξε ανάμεσα στα τρία καλυτέρα ντοκιμαντέρ από κτήσεως κινηματογράφου.

Κρις Μαρκέρ, (1921-2012)

Γεννημένος στο Νειγύ συρ Σεν, ο Κριστιάν Φρανσουά Μπουσέ Βιλνέβ, ξεκίνησε γράφοντας ποιήματα και φιλολογικά δοκίμια, για να στραφεί αργότερα στον κινηματογράφο. Η ταινία που τον καθιέρωσε, κατατάσσοντάς τον  ανάμεσα στους κορυφαίους κινηματογραφιστές,  ήταν το 28λεπτο, Ο Σταθμός του Αποχαιρετισμού(1962) (La Jetee dOrly) που το ριμέικ της έκανε, το 1997,  ο Τέρι Γκίλιαμ, με τίτλο, Οι 12 Πίθηκοι.

Το ενδιαφέρον του για τον κινηματογράφο άρχισε γύρω στο 1950 όταν γνωρίστηκε με τους σκηνοθέτες της Αριστερής Όχθης, Αλεν Ρενέ, Ανιές Βαρντά, Ανρί Κολπί, Αρμάν Γκατί και τους συγγραφείς Μαργκερίτ Ντυράς, και Ζαν Κεϊρόλ.

Ηταν βοηθός του Ρενέ, στο Νύχτα και Καταχνιά, (1955) ( Nuit et Brouillard) και έκανε μαζί του το, Και τα Αγάλματα Πεθαίνουν (1953), (Les Statues meurent aussi). O Μαρκέρ, ο σκηνοθέτης διανοούμενος της αριστεράς, συνδύασε τον κινηματογράφο με την πολιτική και ήταν παθιασμένος κυνηγός του νοήματος και της ποίησης των εικόνων.

Le fond de l air est rouge

ΤΑΙΝΙΕΣ – ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ

Ολυμπία (1952), (Olympia)

Γράμμα από τη Σιβηρία( 1957) (Lettre au Siberie)

Οι Αστροναύτες (1959), Les Astronutes,

Η Προβλήτα (1962), (La Jetee dOrly),

Μακριά από το Βιετνάμ (1967), (Loin du Vietnam),

Το Tρένο στις Ράγες (1971) (Le train en march),

Το Βάθος του Ουρανού είναι Κόκκινο (1977), (Le Fond de Lair est Rouge),

Να Μιλήσουμε για τη Χιλή (1973), (On vous parle du Chill ),

Χωρίς Ηλιο (1983), (Sans Soleil),

Μέρες του Τόκυο(1988), (Tokyo Days),

Η Κληρονομιά της κουκουβάγιας (1989), (L’ Ηeritage de la chouette,

Ο Τάφος του Αλεξάνδρου (1992), (Le Tombou dAlexandre), 

 Αραχτές Γάτες (2004), (Chats Perches). 

 

*To παρόν κείμενο συνοδεύει το κινηματογραφικό αφιέρωμα "Σινεφίλ" της Κινηματογραφικής Λέσχης Νέας Ιωνίας, τον Φεβρουάριο 2018 στον δημοτικό κινηματογράφο "Αστέρας"